ΣυνTεχνίες: ένα δίπολο αναπαράστασης του κόσμου ως «όλο»

Γράφει η Εύα Κέκου, ιστορικός τέχνης/επιμελήτρια

Μουσική επιμέλεια: Χρύσα Γρένδα και Μάριος Κωστάκης
Εικαστική επιμέλεια: Ελίνα Θεοδωροπούλου και Ντόρα Θεοδωροπούλου
Εικαστικός: Ελίνα Θεοδωροπούλου

Η εικαστικός Ελίνα Θεοδωροπούλου συμμετέχει με σειρά έργων της στο τριήμερο δρώμενο Συντεχνίες, όπου οι τέχνες δίνουν μία συνάντηση καταθέτοντας η κάθε μία το ίχνος και την οπτική τους στο πολύμορφο αυτό φεστιβάλ τέχνης. Η ιδέα της συνέργειας των τεχνών στη μορφή που πραγματώνεται εδώ, όπου η κάθε τέχνη δεν οροθετείται αλλά βρίσκεται σε άμεση σύνδεση και σε συνεχή διάλογο είναι πραγματικά ως συμβάν από μόνο του ένα πολιτιστικό διακύβευμα που ανακινεί τη συζήτηση σε μία εποχή στην οποία ο κόσμος γίνεται αντιληπτός μέσα από κατηγοριοποιήσεις και «κουτάκια». Σε αυτή την κατηγορία δεν εντάσσεται το τριήμερο πολιτιστικό πρόταγμα που πραγματοποιήθηκε αυτές τις ημέρες στο Camp, στη πλατεία Κοτζιά, το οποίο με ολιστική διάθεση επαναπροσεγγίζει το κοινό του τόσο με οπτικά όσο και με μουσικά ερεθίσματα αλλά και χορευτικές παρεμβολές που όλες μαζί συνθέτουν μία επιτυχημένη αφήγηση.

Η πρωτοκαθεδρία του οπτικού πολιτισμού είναι γεγονός – πρόκειται για κάτι απτό και επιβεβαιώσιμο. Ωστόσο, ο πολιτισμός μας συντίθεται μέσα από σχήμα δυϊκότητας: υλικότητας και μη υλικότητας. Mπορεί στην τέχνη να το αντιπαραβάλλει κανείς αυτό με τη ζωγραφική αλλά και τη μουσική, δημιουργώντας ενδεικτικά ένα δίπολο αναπαράστασης του κόσμου ως «όλο». Η Ελίνα Θεοδωροπούλου με τη συμμετοχή της στο τριήμερο φεστιβάλ συνέργειας με τον τίτλο ΣυνΤεχνίες, εμπνέεται από τις γραφιστικές παρτιτούρες, και όχι μόνο, του σύγχρονου συνθέτη John Cage. Ο John Cage με το μεγάλο φάσμα αλλά και το πολυσχιδές έργο του όπως και μέσα από τις επιρροές που δέχτηκε ο ίδιος από τη φιλοσοφία της Ανατολής, το μοντέρνο χορό αλλά και τη ζωγραφική – καθώς ο ίδιος ζωγράφιζε – αλλά και τις συγγραφικές του ικανότητες αποτελεί μια προσωπικότητα που η ίδια ορίζει την έννοια της μέθεξης αλλά και της συνέργειας στις τέχνες. Βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τους Max Ernst και Peggy Cuggenheim, αλλά και με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες όπως ο Duchamp,o Breton και Pollock, εκλαμβάνοντας την επικοινωνία και την ανταλλαγή ιδεών στην τέχνη ως επιταγή. Ο Cage υπήρξε ιδιαίτερα καινοτόμος στις μεθόδους αλλά και στη προσέγγιση του κοινού.Είναι χαρακτηριστικό το συμβάν, όπου σε μία μεγάλη συναυλία του καλεί το κοινό να αφήσει την αίθουσα και να «περιηγηθεί» στους ήχους της πόλης, δημιουργώντας μία ενσυναίσθηση για το περιβάλλοντα χώρο αλλά τελικά και μία αφύπνιση για τον εαυτό του μέσα απ αυτή τη διαδικασία.

Κάτι αντίστοιχο αποτελούν και οι ΣυνΤεχνίες- σε μία άλλη κλίμακα και μέγεθος φέρνουν τις τέχνες ως «όλο» στο κέντρο της Αθήνας, στη πλατεία Κοτζιά στο ιστορικό κέντρο – με την έννοια της κεντρικότητας όπως ορίζεται ιστορικά- σε μία ανοιχτή πρόσκληση για το κοινό, όπου οι τέχνες συνεργάζονται ευνοϊκά ως «σώμα» και ως ενότητα.άλλωστε στη τέχνη αποδίδεται μέσα από αυτή τη διαδικασία μία κεντρικότητα καθώς το συγκεκριμένο φεστιβάλ αντιμετωπίζει τη τέχνη σαν μία ενότητα ροής ανάμεσα σε διαφορετικά είδη τέχνης όπως και είδη μουσικής που όλα όμως έχουν σκοπό τη σύνδεση με το κοινό, την αλληλεπίδραση, την επικοινωνία και την ανταλλαγή.
O Cage συστήνεται τόσο μέσα από τη δουλειά του όσο και από τη βιογραφία του ως ταξιδιώτης. Αυτός είναι και ο ρόλος της τέχνης κατά τη γνώμη μου: να μας προσκαλέσει δηλαδή σε ένα ταξίδι και μία περιπλάνηση χωρίς στεγανά και προδιαγεγραμμένα όρια.Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να σταθώ στο έργο του Cage 4’33′- το πιο αμφιλεγόμενο αλλά και πιο γνωστό του και πολυσυζητημένο έργο, στο οποίο υποδεικνύεται η «σιωπή». Με αφορμή τη παραπάνω «ηχητική εικόνα» που δομείται στο δίπολο ήχος-σιωπή, υλικότητα και μη-υλικότητα, θα ήθελα να σχολιάσω πόσο περίτεχνα οι έννοιες αυτές εδώ ουσιαστικά συνεργάζονται. Η τόσο έντονη και ηχηρή ζωγραφική, χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ελίνας Θεοδωροπούλου διατυπώνει μία «άηχη φωνή» σε συγχορδία με τις μουσικές συναυλίες, χωρίς η μία να προτάσσεται ή να ανταγωνίζεται την άλλη, αλλά αντίθετα να συμπληρώνει η μία την άλλη με αρμονία.

Η δουλειά της Ελίνας Θεοδωροπούλου έχει ένα ξεχωριστό μεγαλείο τόσο για τον όγκο της δουλειάς της, όσο και για την ένταση αλλά και για τα συναισθήματα που τη διακρίνει αλλά πολύ περισσότερο για τους γρήγορους ρυθμούς της εξελιξιμότητάς που τη χαρακτηρίζει. Αν θα έπρεπε να κάνω ένα σχόλιο, θα ήθελα η τέχνη με ό,τι σημαίνει για το καθένα μας πέρα από στενές εννοιοδοτήσεις, κατηγοριοποιήσεις και στεγανά να αποτελέσει αυτό για το καθένα μας, μία κινητήριο δύναμη αλλαγής και εξέλιξης για «μικρά» και «μεγάλα» για νέες συνέργειες, ανταλλαγές και ενάρξεις.